Αμφιθέα

Αμφιθέα
I
Όνομα μυθολογικών προσώπων.
1. Σύζυγος τουΑυτόλυκου, γιαγιά του Οδυσσέα και μητέρα της Αντίκλειας, γυναίκας του Λαέρτη.
2. Κόρη του Κύκνου, σύζυγος του Τένητα.
3. Μητέρα του Μακάρεα και της Κανάκης.
4. Σύζυγος του Άδραστου, μητέρα του Αιγιαλέα του Κυάνιππου και της Δειπύλης.
5. Σύζυγος του Λυκούργου, γιου του Φέρητα.
II
Ονομασία έξι οικισμών.
1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 240 μ., 357 κάτ.) του νομού Ευβοίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αυλώνος.
2. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 55 μ., 376 κάτ.) του νομού Άρτης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Πέτα.
3. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 70 μ., 63 κάτ.) του νομού Λαρίσης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Λάρισας.
4. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 270 μ., 443 κάτ.) του νομού Μεσσηνίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ανδρούσας.
5. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 380 μ., 51 κάτ.) του νομού Κορινθίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ξυλοκάστρου.
6. Πεδινός οικισμός (υψόμ. 50 μ., 12 κάτ.) του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται στην κοιλάδα του Παμίσου, βορειοδυτικά της Μεσσήνης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Δωρίου.
Επίσης Α. ονομάζεται μια περιοχή του Παλαιού Φαλήρου, στον νομό Αττικής.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • Ἀμφιθέα — Ἀμφιθέᾱ , Ἀμφιθέη fem nom/voc/acc dual Ἀμφιθέᾱ , Ἀμφιθέη fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιθέα — ἀμφιθέᾱ , ἀμφί θεάω gaze at pres imperat act 2nd sg ἀμφιθέᾱ , ἀμφί θεάω gaze at imperf ind act 3rd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κάτω Αμφιθέα — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 180 μ., 100 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τριφυλίας του νομού Μεσσηνίας. Βρίσκεται στο βόρειο τμήμα του νομού, ΒΑ της Κυπαρισσίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Δωρίου …   Dictionary of Greek

  • ἀμφιθέαν — ἀμφιθέᾱν , ἀμφί θεάω gaze at imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) ἀμφιθέᾱν , ἀμφί θεάω gaze at imperf ind act 1st sg (doric aeolic) ἀμφιθέᾱν , ἀμφί θεάω gaze at imperf ind act 3rd pl (attic epic doric aeolic) ἀμφιθέᾱν , ἀμφί θεάω gaze at… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμφιθέας — Ἀμφιθέᾱς , Ἀμφιθέη fem acc pl Ἀμφιθέᾱς , Ἀμφιθέη fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιθέας — ἀμφιθέᾱς , ἀμφί θεάω gaze at pres ind act 2nd sg (attic) ἀμφιθέᾱς , ἀμφί θεάω gaze at imperf ind act 2nd sg (homeric ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιθεάτρου — ἀμφιθεά̱τρου , ἀμφιθέατρον neut gen sg ἀμφιθέατρος having seats for spectators all round masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιθεάτρῳ — ἀμφιθεά̱τρῳ , ἀμφιθέατρον neut dat sg ἀμφιθέατρος having seats for spectators all round masc/fem/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἀμφιθέαν — Ἀμφιθέᾱν , Ἀμφιθέη fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἀμφιθέατρα — ἀμφιθέᾱτρα , ἀμφιθέατρον neut nom/voc/acc pl ἀμφιθέατρος having seats for spectators all round neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”